Παχυσαρκία είναι η κλινική κατάσταση που προκαλείται από υπερβολική συσσώρευση λίπους στο σώμα και είναι πιθανό να επιφέρει αρνητικές και ενίοτε οδυνηρές επιπτώσεις στην υγεία μας.

Αποτελεί μείζον παγκόσμιο πρόβλημα δημόσιας υγείας και χαρακτηρίζεται ως ένα πολυπαραγοντικό ΄και υποτροπιάζον νόσημα με μεταβολικές, ενδοκρινικές και ψυχολογικές συνέπειες.

Η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις Ευρωπαϊκές χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας.

Το προσδόκιμο επιβίωσης ενός μετρίως παχύσαρκου ατόμου είναι μειωμένο κατά 2 έως 5 έτη, ενώ ένας άνδρας 20 ετών με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) πάνω από 45 Kg/m2 , ενδεχομένως να χάσει περίπου 10 χρόνια ζωής.

Ο πιο πρακτικός τρόπος εκτίμησης της παχυσαρκίας είναι ο ΔΜΣ και ορίζεται ως το βάρος του σώματος σε κιλά (Kg)  διαιρούμενο με το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα (m2) έχοντας ως μονάδα μέτρησης όπως προαναφέραμε το Kg/m2.

ΔΜΣ = Βάρος (Kg)/Ύψος (m2)

Με βάση τον ΔΜΣ η ταξινόμηση είναι η παρακάτω:

  1. Άτομα λιποβαρή ΔΜΣ<18,5Kg/m2
  2. Φυσιολογικού βάρους ΔΜΣ 18,5-25Kg/m2
  3. Άτομα υπέρβαρα ΔΜΣ 25-30Kg/m2
  4. Παχύσαρκα  ΔΜΣ 30-40 Kg/m2
  5. Άτομα σοβαρά παχύσαρκα ΔΜΣ ≥40Kg/m2

Η παχυσαρκία συνδέεται με πλήθος χρονίων παθήσεων όπως είναι η διαταραχή στην ανοχή γλυκόζης, το μεταβολικό σύνδρομο, ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου ΙΙ, η αρτηριακή υπέρταση, η καρδιαγγειακή νόσος, το αγγειακό  εγκεφαλικό επεισόδιο, το σύνδρομο υπνικής άπνοιας, ο καρκίνος του μαστού και του προστάτη.

Κατανομή Σωματικού Λίπους

Η κατανομή του λιπώδους ιστού σε διαφορετικές ανατομικές θέσεις εμφανίζει ουσιαστικές διαφορές αναφορικά με την επίπτωση σε νοσηρότητα και θνητότητα. Η σπλαχνική εναπόθεση του λίπους κα η εναπόθεση στην υποδόρια κοιλιακή χώρα έχουν μεγαλύτερη επίπτωση σε σύγκριση με την εναπόθεση λίπους στους γλουτούς, μηρούς και κάτω άκρα.

Συνεπώς, η παχυσαρκία διακρίνεται στην κεντρική (σπλαχνική) με αυξημένη κατανομή λίπους στο άνω τμήμα του σώματος και στην περιφερική με αυξημένη κατανομή λίπους στους γλουτούς και μηρούς.

Η κεντρική παχυσαρκία ευθύνεται για τις περισσότερες επιπλοκές και θεωρείται σοβαρότερη για την απώτερη πρόγνωση.

Ο κίνδυνος νοσηρότητας για καρδιαγγειακά νοσήματα ή εμφάνιση διαβήτη εξαιτίας της παχυσαρκίας μπορεί να τροποποιηθεί από την αερόβια γυμναστική.

Η παχυσαρκία μπορεί να είναι δευτεροπαθής και να οφείλεται σε παθήσεις των ενδοκρινών αδένων όπως του θυροειδούς, του υποθαλάμου του εγκεφάλου σε ινσουλίνωμα ή σε πολυκυστικές ωοθήκες. Επίσης, η λήψη ορισμένων φαρμάκων όπως τα αντικαταθλιπτικά, η ινσουλίνη, ορισμένα αντισυλληπτικά και αντιδιαβητικά χάπια, ευθύνονται για την αύξηση του βάρους.

Αντιμετώπιση Παχυσαρκίας

Στις μέρες μας η σοβαρή παχυσαρκία δεν αποτελεί άλυτο πρόβλημα. Σήμερα η επιστήμη έχει στη φαρέτρα της όπλα ικανά να βοηθήσουν ουσιαστικά το άτομο να ρυθμίσει το βάρος του, όπως ειδικά μοντέλα τροποποίησης της συμπεριφοράς, μοντέλα διατροφικής εκπαίδευσης, ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις και τεχνικές αντιμετώπισης του χρόνιου stress.

Η δίαιτα και η άσκηση παραμένουν ασφαλώς οι κύριοι άξονες αντιμετώπισης της παχυσαρκίας παρότι σ’ ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών οι δύο αυτές θεραπευτικές παρεμβάσεις είναι χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Ως εκ τούτου, σε κρίσιμες περιπτώσεις συνιστάται η φαρμακευτική αντιμετώπιση και η βαριατρική χειρουργική. Η έναρξη της φαρμακοθεραπείας συνιστάται να γίνεται μετά από 6μηνη αποτυχημένη συνδυασμένη προσπάθεια δίαιτας και άσκησης.

Ο στόχος της φαρμακευτικής θεραπείας είναι η μείωση του βάρους κατά 5% το πρώτο εξάμηνο.

Μείωση κατά 10-15% θεωρείται πολύ καλή ανταπόκριση στην αγωγή. Φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι η ορλιστάτη (150mg x 3 φορές ημερησίως) με μακρόχρονη εμπειρία από τη χρήση της και η λορκασερίνη που προκαλεί μείωση της όρεξης (10mg x  2 φορές ημερησίως). Επισημαίνεται ότι η συνιστώμενη αγωγή γίνεται μόνο υπό Ιατρική καθοδήγηση από τον Ειδικό Ιατρό. Στους διαβητικούς παχύσαρκους ασθενείς με διαβήτη τύπου ΙΙ η μετφορμίνη προκαλεί μικρή απώλεια βάρους και δεν ανήκει στα χρησιμοποιούμενα αντιδιαβητικά που μειώνουν σημαντικά το σωματικό βάρος.

Τελευταία έχουν προταθεί νέα αντιδιαβητικά φάρμακα ως η καλύτερη ελπίδα για την απώλεια βάρους όχι μόνο στους διαβητικούς ασθενείς.

Επισημαίνεται ότι για να λάβει κάποιος ασθενής χωρίς διαβήτη Ιατρική συνταγή για τα νέα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας πρέπει να πληροί ορισμένα κριτήρια για το βάρος του και άλλες παραμέτρους.

Μια εβδομαδιαία ένεση οδηγεί σε εντυπωσιακή απώλεια βάρους χωρίς σοβαρές ανεπιθύμητες παρενέργειες. Τα φάρμακα αυτά  είναι γνωστά ως αναστολείς της DPP-4 αυξάνοντας τον χρόνο παρουσίας των ινκρετινών στο σώμα. Βελτιώνουν επίσης την αρτηριακή πίεση και τα επίπεδα χοληστερίνης. Τα φάρμακα αυτά έχουν μεγάλη ζήτηση- ιδίως η σεμαγλουτίδη γιατί μπορεί να οδηγήσουν σε λίαν σημαντική απώλεια βάρους πάνω από 20%. Όπως έχει δηλώσει η Δρ. Caroline Apovian Διευθύντρια του Κέντρου για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας στο συνεργαζόμενο με το Πανεπιστήμιο του Harvard Men and Women’s Hospital «Οι μελέτες δείχνουν ότι η σεμαγλουτίδη  και η λιραγλουτίδη (παλαιότερο φάρμακο) μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο σοβαρών καρδιαγγειακών προβλημάτων όπως οξέος εμφράγματος και εγκεφαλικού επεισοδίου σε άτομα με παχυσαρκία και διαβήτη».